μεταλίμνιο

μεταλίμνιο
Βλ. λ. θερμοκλινές ή μεταλίμνιο.
* * *
το
ωκεαν. το μεσαίο στρώμα νερού μιας λίμνης το οποίο βρίσκεται μεταξύ τού επιλιμνίου και τού υπολιμνίου και το οποίο συχνά ταυτίζεται με το θερμοκλινές στρώμα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • θερμοκλινές ή μεταλίμνιο — Μικρού πάχους στρώμα των νερών μίας λίμνης, το οποίο το καλοκαίρι συνδέει το ανώτερο θερμό στρώμα υδάτων (επιλίμνιο) με το κατώτερο και πιο ψυχρό (μεταλίμνιο). Αυτό συμβαίνει γιατί το καλοκαίρι τα επιφανειακά στρώματα της λίμνης αναταράσσονται… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”